Βιστωνίδα
Η λίμνη Βιστωνίδα ή λίμνη Μπουρού (παλαιότερη ονομασία που χρησιμοποιείται και σήμερα) ή Μπουρού Γκιόλ (ονομασία στα Τουρκικά την οποία έφερε επί οθωμανικής περιόδου) είναι λιμνοθάλασσα της Ελλάδας, στα σύνορα μεταξύ Νομού Ξάνθης και Ροδόπης και ο υγροβιότοπός της προστατεύεται από τη σύμβαση Ραμσάρ. Η ονομασία της προέρχεται από την αρχαία ονομασία της περιοχής, αλλά και πόλης της Βιστονίας, ή Βιστωνίας, που ίδρυσε ο μυθικός Βίστων, όπου διέμεναν οι Βίστονες. Είναι η τέταρτη μεγαλύτερη λίμνη της Ελλάδας, συνολικής έκτασης 45 τ.χλμ με μέγιστο μήκος 12,5 χλμ. και μέγιστο πλάτος 7 χλμ.. Στη λίμνη αυτή εκβάλουν τρεις μικροί ποταμοί που την τροφοδοτούν με νερό. Το μέσο βάθος υπολογίζεται στα 4 μέτρα. Η λίμνη συνδέεται με την θάλασσα, τον Βιστωνικό Κόλπο, (ή Πόρτο Λάγους), μέσω στενών καναλιών και λόγω του θαλασσινού νερού που εισέρχεται στην λίμνη το νερό της παρουσιάζει μεταβολές αλατότητας. Τα αβαθή ύδατά της προσφέρονται για ιχθυοτροφικές δραστηριότητες, με την εκμετάλλευση των μετακινήσεων των ψαριών από και προς το εσωτερικό της κυρίως για πολλαπλασιασμό. Έτσι πέριξ των καναλιών σύνδεσης της λίμνης με τη θάλασσα έχουν αναπτυχθεί σπουδαίες παραλίμνιες ιχθυοτροφικές δραστηριότητες με ιστορικές καταβολές, από τους κατοίκους της περιοχής. Η λίμνη περιβάλλεται από καλαμιώνες (phragmites), έχει ζώνες αρμυρικιών (tamarix sp.), αλίπεδα, παραποτάμια δάση καθώς και λίμνες με γλυκό νερό και υγρά λιβάδια. Στη λίμνη έχουν καταγραφεί 227 είδη πουλιών μερικά από τα οποία ιδιαίτερα σπάνια όπως το κεφαλούδι, η λαγγόνα και η νανόχηνα.
Η Ελλάδα μετά την επικύρωση της συνθήκης Ραμσάρ, (ΝΔ 191/1974), περιέλαβε τον υδροβιότοπο της Βιστωνίδας στον κατάλογο δίκτυο Natura 2000, των προστατευομένων οικοτόπων και υγροβιοτόπων της χώρας μαζί με τα είδη χλωρίδας και πανίδας αυτών.
Λίγα λόγια για τη Βιστωνίδα
Στη μέση μιας μεγάλης, γόνιμης πεδιάδας, στα σύνορα των Νομών Ροδόπης και Ξάνθης βρίσκεται η λίμνη Βιστωνίδα. Αποτελεί τη φυσική προέκταση του Κόλπου του Πόρτο Λάγους (Βιστωνικού), ο οποίος είναι ένας αβαθής και απροστάτευτος από τους νότιους ανέμους κόλπος με ομαλές ακτές, χωρίς βράχους. Στη γύρω περιοχή, κυρίως κοντά στη θάλασσα, υπάρχουν μόνο λίγοι χαμηλοί λόφοι, ενώ στα βόρεια η λίμνη φτάνει μέχρι τους πρόποδες της οροσειράς της Ροδόπης .Είναι η τέταρτη μεγαλύτερη λίμνη της Ελλάδας, συνολικής έκτασης 45 τ.χλμ με μέγιστο μήκος 12,5 χλμ. και μέγιστο πλάτος 7 χλμ.. Στη λίμνη αυτή εκβάλουν τρεις μικροί ποταμοί που την τροφοδοτούν με νερό. Το μέσο βάθος υπολογίζεται στα 4 μέτρα. Η λίμνη συνδέεται με την θάλασσα, τον Βιστωνικό Κόλπο, (ή Πόρτο Λάγους), μέσω στενών καναλιών και λόγω του θαλασσινού νερού που εισέρχεται στην λίμνη το νερό της παρουσιάζει μεταβολές αλατότητας. Τα αβαθή ύδατά της προσφέρονται για ιχθυοτροφικές δραστηριότητες, με την εκμετάλλευση των μετακινήσεων των ψαριών από και προς το εσωτερικό της κυρίως για πολλαπλασιασμό. Έτσι πέριξ των καναλιών σύνδεσης της λίμνης με τη θάλασσα έχουν αναπτυχθεί σπουδαίες παραλίμνιες ιχθυοτροφικές δραστηριότητες με ιστορικές καταβολές, από τους κατοίκους της περιοχής.
Η λίμνη έχει αναφερθεί με τα εξής ονόματα: Λίμνη Βιστωνίδα (το πιο συχνά χρησιμοποιούμενο όνομα σήμερα), λίμνη Μπουρού (σπανιότερα χρησιμοποιούμενο σήμερα, βασιζόμενη στην προηγούμενη ονομασία), Μπουρού Γκιόλ (στα Τουρκικά: λίμνη Μπουρού), Βιστωνίς λίμνη, Bιστονική λίμνη].
Η λίμνη περιβάλλεται από καλαμιώνες (phragmites), έχει ζώνες αρμυρικιών, αλίπεδα, παραποτάμια δάση καθώς και λίμνες με γλυκό νερό και υγρά λιβάδια. Στη λίμνη έχουν καταγραφεί 227 είδη πουλιών μερικά από τα οποία ιδιαίτερα σπάνια όπως το κεφαλούδι, η λαγγόνα και η νανόχηνα.
Η Ελλάδα μετά την επικύρωση της συνθήκης Ραμσάρ, (ΝΔ 191/1974), περιέλαβε τον υδροβιότοπο της Βιστωνίδας στον κατάλογο δίκτυο Natura 2000, των προστατευομένων οικοτόπων και υγροβιοτόπων της χώρας μαζί με τα είδη χλωρίδας και πανίδας αυτών.
Το ιδιοκτησιακό καθεστώς του χώρου αυτού προβάλλεται ως ιδιαίτερα προβληματικό λόγω αφενός των πραγματικών αδυναμιών του ακριβούς προσδιορισμού του και αφετέρου ένεκα διαφόρων παραλείψεων. Εν προκειμένω υπάρχει ένας αριθμός (23) αυτοκρατορικών χρυσόβουλων και σιγιλλίων που ανάγονται από την εποχή της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, (από το έτος 1100 και πιο σύγχρονα) που φυλάσσονται στο Άγιο Όρος, καταμαρτυρούν ιδιαίτερα προνόμια επ’ αυτού της Ι. Μονής Βατοπεδίου του Αγίου Όρους.
Με το πέρασμα όμως των αιώνων ο εν λόγω χώρος έχει υποστεί τόσες πολλές γεωμορφολογικές μεταβολές που πολλά προσδιοριστικά σημεία των παραπάνω χρυσόβουλων είναι αδύνατον σήμερα να εντοπιστούν, εκτός του γεγονότος της μεταβολής που έχει υποστεί η κυρία λεκάνη της λίμνης ένεκα των προσχώσεων των ποταμών που εκβάλουν σ΄ αυτή αναδεικνυόμενες σήμερα και ως παρόχθιες περιοχές, ή κάποιου τμήματος αυτών. Ένα επιπρόσθετο στοιχείο στην υπόθεση, είναι η προβληματικότητα που παρουσιάζουν εννοιολογικά οι διάφοροι χαρακτηρισμοί που εξετάζονται με διαφορετική νομοθεσία έκαστος π.χ. λίμνη, λιμνοθάλασσα, νησίδες, παρόχθιες περιοχές, κ.λπ. Για παράδειγμα στη λίμνη δεν παρέχεται αποκλειστικό δικαίωμα χρήσης,[ σε αντίθεση με τη λιμνοθάλασσα, ή η πρώτη έχει μόνο όχθη, ενώ η δεύτερη πιθανώς και ζώνη παραλίας, ή ακόμα που μπορεί να ταυτίζεται η ακτή, εσωτερικά ως όχθη και εξωτερικά ως τμήμα παραλίας, όπως ομοίως επί νησίδων αμφοτέρων (λιμνών, λιμνοθαλασσών). Κατά τον Αστικό Κώδικα, άρθρο 967 έτερα πράγματα κοινής χρήσης, συγκατελεγόμενα εις την ποταμίαν δημοσίαν κτήσιν, είναι «αι όχθαι των πλευσίμων ποταμών και αι μεγάλαι λίμναι μετά των οχθών αυτών»
Παρά ταύτα εξετάζοντας τη σκοπιμότητα της έκδοσης των συγκεκριμένων χρυσόβουλων και σιγιλλίων καθίσταται εμφανές ότι στόχος αυτών δεν ήταν κανείς άλλος πλην της εκμετάλλευσης της λιμνοθάλασσας, γεγονός που πιστοποιεί ταυτόχρονα τόσο τον χαρακτήρα αυτής “λιμνοθάλασσας” όσο και την από αιώνων αλιευτική δραστηριότητα σ΄ αυτήν των γηγενών κατοίκων της περιοχής. H σκοπιμότητα αυτή αναγνωρίστηκε τελικά από το Ελληνικό Δημόσιο και έγινε σεβαστή, όπως αποδείχθηκε, στην με αριθμ. 2343/4 Μαΐου 1930 σύμβαση μεταξύ αυτού και της Μονής Βατοπεδίου όπου η ιχθυοτροφική καλλιέργεια, η εκμετάλλευση και η εμπορία των εξ αυτής παραγομένων στη λιμνοθάλασσα Βιστωνίδα παραχωρήθηκαν στην εν λόγω Μονή, διατηρουμένου κάθε άλλου δικαιώματος του χώρου υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου.
Μυθολογία – Ιστορία
Κατά την αρχαιότητα γύρω από τη λίμνη Βιστωνίδα κατοικούσαν οι Βίστωνες, ένας από τους πολλούς λαούς που σχημάτιζαν το μέγα έθνος των Θρακών.
Την εποχή του Ηρακλή βασιλιάς των Βιστώνων ήταν ο Διομήδης. Ο Ηρακλής πήρε εντολή από το βασιλιά του ’Άργους Ευρυσθέα, να του φέρει ζωντανά τα φοβερά άλογα του Διομήδη, άγριες φοράδες που τρέφοντας με ανθρώπινες σάρκες και από τα ρουθούνια τους πετούσαν φωτιές.
Έλεγαν τότε πως τα άλογα αυτά έγιναν τόσο άγρια επειδή έπιναν νερό από τον ποταμό Κοσσινίτη (σημερινό Κόσυνθο), που χύνεται στη Βιστωνίδα, γιατί τα νερά του είχαν την ιδιότητα να εξαγριώνουν τα ζώα που τα έπιναν.
Ο Ηρακλής πήρε μαζί του πολλά γενναία παλληκάρια έφτασε στο σημερινό Πόρτο Λάγος με πλοίο και ύστερα από μια γρήγορη απόβαση άρπαξε τα άλογα από τους στάβλους του Διομήδη και έφτασε στην παραλία.
Πριν μπουν στο πλοίο για την επιστροφή ο Ηρακλής και οι παρέα του, τους αντιλήφθηκαν οι Βίστωνες και ακολούθησε μάχη. Ο Ηρακλής σκότωσε τον Διομήδη και έτρεψε σε φυγή το στρατό του. Στο μεταξύ όμως τα σαρκοφάγα άλογα πρόλαβαν και κατασπάραξαν τον φίλο του ’Άβδηρο. Στην μνήμη του ’Άβδηρου χτίστηκε αργότερα στην περιοχή η πόλη ’Άβδηρα.
Κόσυνθος
O ποταμός Κόσυνθος ρέει αποκλειστικά μέσα στα όρια του ελληνικού εδάφους. Πηγάζει από τις κορυφές τις Κούλας (κεντρική Ροδόπη), διασχίζει τα Πομακοχώρια, περνά από τον παραδοσιακό οικισμό της Ξάνθης και, αφού ανοιχτεί στην πεδιάδα, εκβάλλει στα βορειοδυτικά της λίμνης Βιστωνίδας.
Νέστος
Ο Νέστος είναι ένα από τα πέντε μεγαλύτερα ποτάμια της Ελλάδας. Ο ρους του οριοθετεί τα σύνορα ανάμεσα στη Μακεδονία και τη Θράκη και τους νομούς Καβάλας και Ξάνθης, έχοντας πρώτα διατρέξει το νομό Δράμας. Η συνολική του πορεία καλύπτει 243 χλμ, 130 από τα οποία βρίσκονται σε Ελληνικό έδαφος. Πηγάζει από τα όρη Ρίλα της Βουλγαρίας, ενώ εκβάλλει στο Θρακικό Πέλαγος, αφού πρώτα έχει διασχίσει τους ορεινούς όγκους της Δυτικής Ροδόπης και το όρος Φαλακρό. Οι περιηγητές του Νέστου έχουν τη δυνατότητα να θαυμάσουν στο φυσικό τους περιβάλλον σπάνιας ομορφιάς αγριολούλουδα, όπως οι ορχιδέες. Οι φίλοι της φύσης και της άθλησης μπορούν να απολαύσουν το ποτάμι περπατώντας δίπλα σε αυτό, πάνω στο ευρωπαϊκό μονοπάτι Ε6, ή διασχίζοντάς το με καγιάκ. Η περιοχή των Στενών του Νέστου είναι συνολικής έκτασης 23.800 στρεμμάτων και εξαιτίας της πλούσιας χλωρίδας και πανίδας έχει χαρακτηριστεί ως ‘Αισθητικό δάσος’.
Όσο κατηφορίζουμε προς τη θάλασσα το τοπίο αλλάζει. Πληθώρα πουλιών απαντάται στο χώρο. Οι χαλκόκοτες και οι αγκαθοκαλημάνες αποσπούν την προσοχή του επισκέπτη με τη σπάνια ομορφιά τους. Μια έκταση 70.200 στρεμμάτων γύρω από την περιοχή έχει κηρυχθεί ως ζώνη προστασίας.
Το δέλτα του ποταμού, έκτασης 550.000 στρεμμάτων, αποτελεί ‘Υδροβιότοπο Διεθνούς σημασίας’ και μέρος του Εθνικού Πάρκου που περιλαμβάνει τις λίμνες Βιστωνίδα και Ισμαρίδα. Εκτείνεται από τη Νέα Καρβάλη έως τα Άβδηρα, ενώ εκεί βρίσκεται και το παραποτάμιο δάσος, γνωστό και ως Μεγάλο Δάσος (Κοτζά Ορμάν). Πλούσια βλάστηση και πολλά είδη ζώων είναι τα χαρακτηριστικά του, ενώ η έκτασή του που κάποτε ξεπερνούσε τα 125.000 στρέμματα, τώρα καλύπτει μόλις 4.600.
Ο ποταμός Νέστος, σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, αποτελούσε το βόρειο όριο εξάπλωσης των λιονταριών στην Ελλάδα. Σήμερα βρίσκουν καταφύγιο ή τροφή 300 είδη πουλιών, 30 είδη αρπακτικών, 11 είδη αμφιβίων, 21 είδη ερπετών, ενώ αρκετά είναι και τα είδη ψαριών που ζουν στις λιμνοθάλασσες του δέλτα.
Στην μυθολογία ο Νέστος ή Νέσσος γεννιέται στην αρχή του χρόνου πριν ακόμη γεννηθούν οι άνθρωποι. Γεννήθηκε μαζί με 12.456 ποταμούς και 3000 Νύμφες. Πατέρας του ήταν ο Ωκεανός και μητέρα του η Τηθύς.
Δασικό Χωριό Ερύμανθου
Το Δασικό Χωριό Ερύμανθου βρίσκεται στο Νομό Ξάνθης, στο Δημόσιο Δάσος Δρυμού, σε υψόμετρο 1350 μέτρων. Ερχόμενοι στο Δασικό Χωριό μπορείτε να επισκεφτείτε: Τον καταρράκτη της περιοχής (ύψους 35 μέτρων) ο οποίος χαρακτηρίζεται ως ο μεγαλύτερος των Βαλκανίων, ακολουθώντας το δασικό μονοπάτι που κατασκεύασε η Δασική Υπηρεσία. Την κορυφή του Γυφτόκαστρου, με υψόμετρο 1827μ., με πανοραμική θέα προς την γείτονα Βουλγαρία. Η πρόσβαση γίνεται από χαραγμένο μονοπάτι μήκους 4 χιλ., το οποίο διασχίζει δάση Οξιάς και Δασικής Πεύκης. Το Διατηρητέο Μνημείο της Φύσης, που αποτελείται από αδιατάρακτες συστάδες Οξιάς. Την τοξωτή γέφυρα του Λεωνίδα, στο δρόμο προς το Αρκουδόρεμα, σημαντικό κομβικό σημείο στο παρελθόν. Το Κάστρο της Καλύβας, σημαντικό αρχαιολογικό χώρο της περιοχής, με πανοραμική θέα προς την κοιλάδα του Νέστου. Τον Μακεδονικό Τάφο στο δημοτικό διαμέρισμα των Κομνηνών. Τους μαιανδρισμούς του Νέστου, από τη θέση ‘θέα’ του οικισμού Ίμερα. Το Λαογραφικό Μουσείο Σταυρούπολης, στην έδρα του Δήμου και την εκκλησία της Ευαγγελίστριας. Τα γραφικά Πομακοχώρια. Τους όξινους τυρφώνες της περιοχής. Τέλος μπορείτε να περιπλανηθείτε στην ευρύτερη ορεινή περιοχή αν διαθέτετε όχημα 4×4, μέσα από το πυκνό δίκτυο των δασόδρομων.
Για κρατήσεις δωματίων επικοινωνείτε με την ΔΗΜΟΤΙΚΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ “Νέστος – Ροδόπη” στα ακόλουθα τηλέφωνα :25420 – 21008 και 25410-63710
Ο Καταρράκτης του Λειβαδίτη
Ο Καταρράκτης του Λειβαδίτη είναι ο μεγαλύτερος καταρράκτης των Βαλκανίων και προσεγγίζεται αρκετά εύκολα από την πόλη της Ξάνθης. Ακολουθώντας το δρόμο για τη Σταυρούπολη και από εκεί, με έντονη ανάβαση, κατευθυνόμαστε στο χωριό Λειβαδίτης (υψόμ.1300μ.). Λίγο μετά τα τελευταία σπίτια ξεκινά το σημαδεμένο μονοπάτι που καταλήγει στη ρίζα του καταρράκτη. Η διαδρομή είναι εξαιρετικά ενδιαφέρουσα, καθώς ξεδιπλώνεται ανάμεσα σε πυκνό δάσος οξιάς και σημύδας. Μετά από έντονα κατηφορική πορεία 35-40 λεπτών καταλήγουμε στη ρίζα του. Τα νερά πέφτουν κατακόρυφα από ύψος 60 περίπου μέτρων, χαρίζοντας πλούσια βλάστηση στις σχισμές των βράχων. Η λαϊκή παράδοση αναφέρει πως στα νερά του Λειβαδίτη λούζονταν οι «καλοκυράδες» (νεράιδες), ενώ στις σπηλιές του ύφαιναν, σε πέτρινους αργαλειούς, το αραχνοΰφαντο νεραϊδόγνεμα. Εδώ χόρευαν στους διονυσιακούς ρυθμούς, οι Σάτυροι. Μέσα στα αρχέγονα αυτά δάση αντιλαλούσαν τα τραγούδια του Ορφέα, γιου της Μούσας Καλλιόπης και του θεού Απόλλωνα ο οποίος μάγευε με την κιθάρα του θεούς και ανθρώπους. Το χειμώνα αρκετές φορές ο καταρράκτης παγώνει και τα αιωρούμενα κρύσταλλα σπάνε με εκκωφαντικό θόρυβο, όταν πιάσουν οι πρώτες ζεστές μέρες της άνοιξης. Γύρω από τον καταρράκτη υπάρχουν χώροι κατάλληλοι για να απολαύσουν οι επισκέπτες το θέαμα χωρίς κινδύνους.
Η Αναστασιούπολις – Περιθεώριον
Η Αναστασιούπολις – Περιθεώριον, γνωστή επί Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ως Μπουρού Καλέ είναι μια οχυρωματική πόλη με ιστορία από τα παλαιοχριστιανικά και βυζαντινά χρόνια. Αρχικά έφερε η πόλη το όνομα Αναστασιούπολις και στη συνέχεια το όνομα Περιθεώριον, ενώ υπάρχει και η θεωρία ότι είναι δύο πόλεις ξεχωριστές. Στον αρχαιολογικό χώρο με την ονομασία Αναστασιούπολις – Περιθεώριον σώζονται ερείπια των οχυρώσεων τα οποία βρίσκονται νοτιοανατολικά του χωριού Αμαξάδες στο Νομό Ροδόπης στη Θράκη. Η πόλη αποτελούσε σημαντικό λιμάνι του Αιγαίου (μέσω της λίμνης Βιστωνίδας). Σώζονται επίσης πύργοι κυκλικοί και τετράγωνοι (τέσσερις στην βόρεια και νότια πλευρά και δύο στην δυτική και ένας στην ανατολική πλευρά). Στην νότια πλευρά, στην κύρια τοξωτή πύλη που οδηγεί στο λιμάνι, σώζονται μονογράμματα των Παλαιολόγων (περιόδου 1341).
Το Αρχαιολογικό Μουσείο Αβδήρων
Το Αρχαιολογικό Μουσείο Αβδήρων βρίσκεται στο σύγχρονο οικισμό των Αβδήρων στο Νομό Ξάνθης. Εγκαινιάστηκε στις 20 Ιανουαρίου 2000. Στο μουσείο εκτίθενται αντικείμενα που βρέθηκαν στην αρχαία πόλη και στα αρχαία νεκροταφεία των Αβδήρων (7ος αιώνας π.Χ. έως 13ος αιώνας μ.Χ.). Τα εκθέματα χωρίζονται σε τρεις θεματικές ενότητες: δημόσιος βίος, ιδιωτικός βίος και ταφικά έθιμα. Τα εκθέματα του δημόσιου βίου αποτελούνται από επιγραφές, ειδώλια, λατρευτικά σκεύη, ανάγλυφα, νομίσματα, κρατικά μέτρα, σταθμά και σφραγίσματα. Στα εκθέματα του ιδιωτικού βίου βρίσκουμε εργαλεία αλιείας, ιατρικής και κτηνοτροφίας όπως και εκθέματα που δηλώνουν την ύπαρξη εργαστηρίων και βιοτεχνιών. Τέλος, στα εκθέματα των ταφικών εθίμων μπορεί ο επισκέπτης να δει στεφάνια, επιτύμβιες στήλες και σαρκοφάγους.
Λαογραφικό και Ιστορικό Μουσείο Ξάνθης
Ιδρύθηκε το 1975 και στεγάζεται στο αρχοντικό Κουγιουμτζόγλου, στην παλιά πόλη της Ξάνθης. Το κτίριο, έκθεμα και το ίδιο, αποτελεί ιστορική μαρτυρία για την κοινωνική και οικονομική ζωή μιας πόλης που άκμασε στις αρχές του 20ου αιώνα. Οι μόνιμες συλλογές συντηρήθηκαν με την, κατά 80%, συνδρομή των ευεργετών. Υπογραμμίζουμε ότι το ίδιο το κτίριο είναι ένα κόσμημα τόσο για τον εξωτερικό του διάκοσμο με συμμετρικά σχέδια, όσο και για το εσωτερικό του με ξυλόγλυπτα ταβάνια, τοιχογραφίες και εξαιρετικές οροφογραφίες. Στην αυλή βρίσκονται δύο ατομικά Χαμάμ, ανδρικό και γυναικείο, καθώς και το Εκκλησάκι των Αγίων Ακίνδυνων. Σήμερα, φιλοξενούνται εδώ εκθέσεις που παρουσιάζουν στοιχεία από το δημόσιο και ιδιωτικό βίο, την κοινωνική, οικονομική, θρησκευτική ζωή της πόλης και της υπαίθρου των αρχών του 20ου αιώνα. Παράλληλα, λειτουργούν εργαστήρια και εκπαιδευτικά προγράμματα που δίνουν το στίγμα της νέας δημιουργίας στην πόλη. Το Λαογραφικό & Ιστορικό Μουσείο Ξάνθης λειτουργεί ως ένα έκθεμα, ως υπόδειγμα που ο επισκέπτης χρησιμοποιεί για να ανακαλύψει την Ξάνθη.
Πομακοχώρια
Πομακοχώρια ονομάζονται τα χωριά στον ορεινό όγκο της Ροδόπης με Πομακικό πληθυσμό, κατά κύριο λόγο. Στην Ελλάδα, Πομακοχώρια συναντάμε στους νομούς Ξάνθης, Ροδόπης και Έβρου. Λόγω του ορεινού χαρακτήρα της περιοχής, τα Πομακοχώρια είναι αρκετά απομονωμένα και έχουν διατηρήσει το γραφικό χαρακτήρα τους, την παραδοσιακή αρχιτεκτονική των σπιτιών και τον ιδιαίτερο πολιτισμό των Πομάκων. Στην Ξάνθη, ο δήμος Μύκης και οι κοινότητες Κοτύλης, Θερμών και Σατρών αποτελούνται αποκλειστικά από Πομακοχώρια. Πομακοχώρια επίσης βρίσκονται και στην βορειοανατολική περιοχή του δήμου Ξάνθης και στη βόρεια περιοχή της κοινότητας Σελέρου. Αντιπροσωπευτικότερα χωριά είναι ο Κένταυρος, η Γλαύκη, το Ωραίο, η Κοτύλη, οι Σάτρες και οι Θέρμες. Στην Ελλάδα έχουν καταγραφεί περίπου 160 Πομακοχώρια. Πομακοχώρια υπάρχουν επίσης και στη Βουλγαρία, στις επαρχίες Κάρτζαλι και Σμόλυαν. Σημαντικότερη οικονομική δραστηριότητα των κατοίκων των Πομακοχωρίων είναι η καλλιέργεια και η πρωτοβάθμια επεξεργασία καπνού, και συγκεκριμένα, του αρωματικού μπασμά, που είχε κάνει διάσημη την περιοχή της Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης τον 19ο αιώνα, με το όνομα “καπνός Μακεδονίας”.
Η Παλιά Πόλη της Ξάνθης
Η Παλιά Πόλη της Ξάνθης βρίσκεται στο βόρειο τμήμα της Ξάνθης αποτελώντας τον ιστορικό της πυρήνα και καλύπτει έκταση 380.000 τ.μ. Είναι χτισμένη μετά το 1829, χρονιά που μεγάλοι σεισμοί καταστρέφουν πλήρως τον προηγούμενο οικισμό. Η πόλη οικοδομείται πάνω στα ερείπια και με πυρήνα τις εκκλησίες, που υπήρχαν μάλλον από την εποχή της βυζαντινής Ξάνθειας, όπως ονομαζότανε από την αρχαιότητα η πόλη της Ξάνθης. Κατά το 19ο αιώνα, η Ξάνθη αναφέρεται ως μια κωμόπολη των 8.000 κατοίκων. Ήταν οικονομικά ανθηρή και αυτό οφείλεται στον πλούτο από την καλλιέργεια, επεξεργασία, μεταποίηση και διακίνηση του καπνού και των προϊόντων του, αλλά και στην προνομιακή της θέση σε σημαντικούς εμπορικούς δρόμους. Η πόλη είναι χτισμένη από Ηπειρώτες και Μακεδόνες μαστόρους, χαρακτηρίζεται από τη δαιδαλώδη μορφή των λιθόστρωτων σοκακιών της και είναι γεμάτη λαϊκότροπες βαλκανικές κατοικίες, χάνια, μαγαζιά, τυπικές εκκλησίες της τελευταίας Οθωμανικής περιόδου αλλά ταυτόχρονα και δυτικότροπα νεοκλασικά μέγαρα των οποίων οι ιδιοκτήτες είναι έμποροι καπνού, κυρίως. Η Παλιά Πόλη της Ξάνθης, ως τόπος, είναι μοναδικός. Είναι πολύτιμο πολιτιστικό κεφάλαιο για την σημερινή πόλη και την ευρύτερη περιοχή της Θράκης. Δεν θα υπήρχε, εάν το 1976 δεν ανακηρυσσόταν σε προστατευόμενο οικισμό. Στην Παλιά Πόλη υπάρχουν 1.200 χαρακτηρισμένα διατηρητέα κτίσματα. Από αυτά τα 140 χαρακτηρίζονται πολύ αξιόλογα, 130 αξιόλογα, 260 χαρακτηρίζονται ως ενδιαφέροντα.
Η γέφυρα του παπά
Η γέφυρα του παπά («παπάς κιοπρουσού») βρίσκεται στα Πομακοχώρια του Ν.Ξάνθης στον ποταμό Κόσυνθο, ανάμεσα στους οικισμούς Ωραίον και Ρεύμα και σε υψόμετρο 415 μ. Είναι δίτοξη με μήκος καταστρώματος 26 μ., πλάτος 2.20 μ. και με προσανατολισμό ΒΑ-ΝΔ (ΒΑ έξοδος προς Ωραίον). Το μεγάλο τόξο έχει μήκος 11.70 μ. και ύψος 6.70 μ. Η ονομασία της γέφυρας του παπά συνδέει το χώρο με κάποιον ιερέα ο οποίος πιθανόν να ήταν ο χορηγός της κατασκευής. Ως προς τη χρονολόγησή της δεν υπάρχουν στοιχεία. Αναφέρεται συνήθως ως βυζαντινή ενώ κάτοικοι της περιοχής αναφέρουν ότι είναι 600 ετών. Η γειτνίαση της γέφυρας με τον ονομαζόμενο «μύλο του παπά» («παπάς ντερμέν») προσέδιδε στη γέφυρα του παπά μεγαλύτερη τοπική σημασία καθώς διευκόλυνε τη μεταφορά καλαμποκιού για άλεσμα στο μύλο. Σημειώνουμε ότι ο συγκεκριμένος νερόμυλος είναι ένας από τους ελάχιστους που παραμένουν σε λειτουργία στην ορεινή Ξάνθη από ένα σύνολο 62 νερόμυλων που υπήρχαν παλαιότερα.